28/4/13

20/4/13

Το Αθανασάκειο Αρχαιολογικό Μουσείο Βόλου - Athanasakio Archaeological Museum of Volos (i)

Το Αθανασάκειο Αρχαιολογικό Μουσείο του Βόλου κτίστηκε το 1909 και μόλις το 2004 πραγματοποιήθηκε η επέκτασή του.



Η πληθώρα των αρχαιολογικών αντικειμένων και οι σύγχρονες μουσειολογικές ανάγκες απαιτούσαν την προβολή και επανέκθεσή τους, παρουσιάζοντας σε όλους τα αποτελέσματα των αρχαιολογικών ανασκαφών σε όλην τη Θεσσαλία  με σημαντικά ευρήματα από την παλαιολιθική περίοδο έως τη ρωμαϊκή. 


Η ενότητα με το Νεολιθικό πολιτισμό περιλαμβάνει αρχιτεκτονικά κατάλοιπα  είδη διατροφής, εργαλεία, αγγεία, ειδώλια και κοσμήματα  Μια άλλη ενότητα αφορά τα ευρήματα από τα μεγάλα οδικά έργα στο Νομό Μαγνησίας. 


Εξαίρετες είναι οι γραπτές επιτύμβιες στήλες από τη Δημητριάδα καθώς και τα άλλα κτερίσματα από τάφους της περιοχής. Ας ανακαλύψουμε λοιπόν μέσα από την φωτογραφική περιήγηση στις ενότητες της έκθεσης την ομορφιά της ανθρώπινης δημιουργίας 


ξεκινώντας από τις αίθουσες μιας από τις ωραιότερες συλλογές νεολιθικών αντικειμένων (6500-4500   π.χ.) που εκτίθενται στο Μουσείο Βόλου.

5/4/13

" Το Καθολικό της Ιεράς Μονής Στροφάδων και Αγίου Διονυσίου στη Ζάκυνθο, Αρχειακή και αρχαιολογική μελέτη" , η Διπλωματική εργασία στο Μεταπτυχιακό Κύκλο Σπουδών στο Α.Π.Θ. του Αρχιμ. Διονυσίου Λυκογιάννη.

Πριν λίγες μέρες στις 29 Μαρτίου ολοκληρώθηκε με επιτυχία ο μεταπτυχιάκος κύκλος σπουδών του γράφοντος  Αρχιμ. Διονυσίου Λυκογιάννη, Ιεροκήρυκα της Ι. Μ. Ζακύνθου  στη Θεολογική Σχολή (Τμήμα Θεολογίας) του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης  με την υποστήριξη σε ηλεκτρονική μορφή της διπλωματικής του εργασίας με τίτλο "Το Καθολικό της Ιεράς Μονής Στροφάδων και Αγίου Διονυσίου στη Ζάκυνθο  Αρχειακή και αρχαιολογική μελέτη". Παρακάτω δημοσιεύουμε τον πρόλογο της εργασίας:

"Η βασιλική και σταυροπηγιακή μονή  των Στροφάδων και Αγίου Διονυσίου Ζακύνθου υπήρξε και εξακολουθεί να είναι το πιο σημαντικό πνευματικό καθίδρυμα της σημερινής γεωγραφικής περιφέρειας, που ορίζεται ως Νομός Ζακύνθου. Σε αυτήν τη σπουδαιότητα του γεωγραφικού στίγματος της μονής στην ευρύτερη περιοχή της Δυτικής Ελλάδας, ως σημείου ελέγχου και σταθμού ανεφοδιασμού των ταξιδιωτών από τη Δύση στην Ανατολή και τανάπαλιν καθώς και στην πνευματικότητα που αναπτύχθηκε από τη μοναστική αδελφότητα, που ζώντας απόκεντρα είχε την ευκαιρία να καλλιεργήσει την ψυχοσωματική άσκηση σε όλες τις μορφές φτάνοντας σε υψηλά πνευματικά επίπεδα, οφείλονται και οι κατά καιρούς ευεργεσίες και χρηματοδοτήσεις από τα διάφορα εξουσιαστικά κέντρα μέσα στην ιστορική πορεία της.
Κομμάτι αυτής της μακραίωνης ιστορικής διαδρομής είναι και το μετόχι του Αγίου Διονυσίου στην πόλη της Ζακύνθου, που από τον 18ο αι. με τη φιλοξενία του ιερού Σκηνώματος του πολιούχου της νήσου αγίου Διονυσίου του Σιγούρου, Αρχιεπισκόπου Αιγίνης, κατέστη συν τω χρόνω προσκυνηματικό κέντρο.
Όλοι οι κατά καιρούς ιστοριοδίφες, στα συγγράμματά τους τοποθετούσαν ψηφίδες μέσα στο μωσαϊκό της μακραίωνης ιστορίας του μοναστηριού, αντλώντας πληροφορίες κυρίως από τα πολύτιμα έγγραφα του Αρχειοφυλακείου Ζακύνθου, μέχρι την καταστροφή του το 1953. Νεώτεροι επιστήμονες, όπως π.χ. ο Δ. Μούσουρας με τη διδακτορική διατριβή του, οι Γ. Πουλημένος και Ι. Στουφή, η Α. Λαμπροπούλου κ.ά. ,  μας παρέχουν πληρέστερες μελέτες περί της ιστορικής παρουσίας της μονής και της αρχιτεκτονικής της εξέλιξης.  
Με το μετόχι του Αγίου Διονυσίου στην πόλη της Ζακύνθου, που μετεξελίχθηκε σε σημερινή έδρα του μοναστηριού, δεν ασχολήθηκε ιδιαίτερα κανείς, παρά μόνον σποραδικές, ελλιπείς και λανθασμένες χρονολογικές αναφορές έχουμε για τις ανοικοδομήσεις και τις διακοσμήσεις των ναών του Αγίου Διονυσίου, που από τον 18ο αι. έως τον 20ο αι. κτίζονταν στην ίδια περίπου θέση που βρίσκεται σήμερα.
Το κενό αυτό έρχεται να καλύψει κατά το μέτρο του δυνατού η παρούσα εργασία, αξιοποιώντας για πρώτη φορά το εναπομείναν αρχειακό υλικό της μονής Στροφάδων και Αγίου Διονυσίου, που βρίσκεται σήμερα στη Ζάκυνθο, καθώς και άλλων μικρότερων αρχείων είτε στη Ζάκυνθο είτε στην Αθήνα, που αφορούν τους ναούς του αγίου Διονυσίου. Θα πρέπει εδώ να σημειώσουμε ότι για το μεταγενέστερο αρχείο της μονής Στροφάδων (20ος αι. ) χρειάστηκε να γίνει αρχειοθέτηση, μιας και βρισκόταν σκόρπιο, κάτι που διήρκησε κάποιους μήνες, καθώς αποτελείται από εκατοντάδες έγγραφα.
Το περιορισμένο του χρόνου της συγγραφής και της έκτασης της παρούσας εργασίας δεν επέτρεψαν την σε πλήρη έκταση αξιοποίηση του τεράστιου όγκου των πληροφοριών που συγκεντρώθηκε κατά την έρευνα. Η εργασία επικεντρώθηκε κυρίως στα ιστορικά στοιχεία της ανοικοδόμησης των τριών ουσιαστικά ναών του Αγίου Διονυσίου από τον 18ο αι. έως σήμερα, ακολουθώντας τις αρχειακές μαρτυρίες. Οι πολύτιμες αργυρόγλυπτες κατασκευές καθώς και άλλα έργα τέχνης, που φυλάσσονται στο ναό, θα γίνουν αντικείμενο μελλοντικής μελέτης και δημοσίευσης. Κατά τη μεταγραφή των αρχειακών κειμένων, ακολουθήθηκε η ορθογραφία τους. Η μόνη προσθήκη που έγινε είναι ο τονισμός με το μονοτονικό σύστημα για τη διευκόλυνση του νοήματος. Σχεδόν σε όλα τα παλαιοτέρα κείμενα δεν χρησιμοποιούνταν τονικά σύμβολα ή αν υπήρχαν συνέβαινε περιστασιακά ή ήταν τοποθετημένα λανθασμένα.
Σε τέτοιου είδους ερευνητικές προσπάθειες, όπως είναι φυσιολογικό, μια πληθώρα ανθρώπων από ετερόκλητα επαγγέλματα και θέσεις βρίσκονται αρωγοί. Ιδιαίτερα, ευχαριστώ τους Μητροπολίτες τον από Ζακύνθου και νυν Δωδώνης κ. Χρυσόστομο Β’ , διότι από την πρώτη στιγμή που του εξέφρασα την επιθυμία μου για τη συγκεκριμένη εργασία όχι μόνον το επέτρεψε αλλά με ενεθάρρυνε στην εκπόνησή της, καθώς και τον σημερινό Μητροπολίτη Ζακύνθου κ. Διονύσιο Δ’ , ο οποίος αναγνωρίζοντας την προσπάθεια, με την Ιώβεια υπομονή που τον διακρίνει, βοήθησε στην ολοκλήρωσή της. Ολόψυχα και πάλι ευχαριστώ και τους δύο. Ευχαριστία μεγίστη αποδίδω επίσης στην επιβλέπουσα της εργασίας, Καθηγήτρια της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ κ. Μαρία Καζαμία–Τσέρνου, η οποία με εμπιστεύθηκε, αναθέτοντάς μου το συγκεκριμένο θέμα, καθώς και στα υπόλοιπα μέλη της τριμελούς εξεταστικής επιτροπής, Καθηγήτριες κ. Ιωάννα Στουφή–Πουλημένου, αρωγό και σύμβουλο πολύτιμη στην εργασία και την κ. Τριβυζαδάκη.


Στο Ηγουμενοσυμβούλιο της Ιεράς Μονής Στροφάδων και Αγίου Διονυσίου και ιδιαίτερα τον Ηγούμενο αυτής Αρχιμ. Διονύσιο Λιβέρη  οφείλω χάριτες πολλές για την άδεια, φιλοξενία και την υπομονή που έδειξαν κατά την πολύμηνη έρευνά μου στο αρχείο και στα κειμήλια   της μονής, καθώς και στο νεωκόρο του ναού κ. Διονύσιο Κόκλα. Ευχαριστώ ακόμη το Διοικητικό Συμβούλιο του Μουσείου Σολωμού και Επιφανών Ζακυνθίων και την Διευθύντρια κ. Αικατερίνη Δεμέτη για τη μελέτη του αρχείου Ε. Στίκα (το Μουσείο Σολωμού και Επιφανών Ζακυνθίων αγόρασε πριν μερικά χρόνια μέρος του αρχείου Ε. Στίκα, που αφορά το ναό του Αγίου Διονυσίου. Το υπόλοιπο αγοράστηκε από την Ιερά Μητρόπολη Ζακύνθου και βρίσκεται στο Αρχείο της), το Διοικητικό Συμβούλιο της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας και την υπεύθυνη Αρχείων κ. Ιωάννα Νίνου για τη μελέτη του αρχείου Α. Ορλάνδου, την Διευθύντρια του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου Αθηνών κ. Α. Λαζαρίδου και τη συντηρήτρια κ. Ι. Στεφανή για την άδεια μελέτης στη Συλλογή Κολυβά, τον Προϊστάμενο του Παλαιογραφικού και Ιστορικού Αρχείου του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τραπέζης κ. Αγαμέμνονα Τσελίκα για την αποστολή ψηφιοποιημένων αρχείων, τους υπαλλήλους στη Δημόσια Βιβλιοθήκη Ζακύνθου, καθώς και τους απογόνους των οικογενειών των ξυλογλυπτών Α. Κεφαλλωνίτη και Ν. Ανδραβιδιώτη, που με πολλή ευχαρίστηση μου έδειξαν τα αρχεία των προγόνων τους καλλιτεχνών. Όλους τους ευχαριστώ θερμά για την καλοσύνη και την ευγένειά τους."