6/2/08

Ο ΑΓΙΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΙ Η ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΖΑΚΥΝΘΟΥ

Ο ιστορικός ναός του Αγίου Χαραλάμπη στην πόλη της Ζακύνθου, οικοδομήθηκε προς τιμήν του ομώνυμου αγίου από όλους τους κάτοικους της πόλης, εξαιτίας της λοιμικής και θανατηφόρας νόσου της πανώλης, που από το 1728 έως το 1731 αποδεκάτιζε τον ντόπιο πληθυσμό.
Οι Ζακύνθιοι έχοντας για τον ίδιο λόγο παλαιοτέρα πράξει παρομοίως, αποφάσισαν κοντά στο Λοιμοκαθαρτήριο στους Κήπους, όπου φυλάσσονταν όσοι είχαν μολυνθεί, να χτίσουν ναό στην αρχή σανιδένιο το 1728, μετά από το όνειρο του Γεωργίου Ξένου, ο οποίος είδε τον άγιο να καρφώνει την πανούκλα. Αμέσως, άρχισε να υποχωρεί η εξάπλωση της νόσου και οι κάτοικοι όλων των κοινωνικών στρωμάτων σύσσωμοι, έκαναν έρανο και έχτισαν με την επικύρωση της βενετικής πολιτείας έναν καινούργιο πέτρινο ναό, που έμελλε να αποτελεί σήμερα, μετά την καταστροφή του 1953 και παρά την αφαίρεση του γυναικωνίτη, ένα από τα καλύτερα σωζόμενα δείγματα ζακύνθιας εκκλησιαστικής διακοσμητικής του 18ου αι. . Οι καλύτεροι ινταγιαδόροι (ξυλογλύπτες) , αργυρογλύπτες και αγιογράφοι του 18ου αιώνα καλέστηκαν να καταθέσουν την τέχνη τους δημιουργώντας μερικά από τα καλύτερά τους έργα. Ο Αναστάσιος Λαμπέτης και ο Ιωάννης Γρόπας σκάλισαν γύρω στο 1730 την περίφημη προσπετίβα (τέμπλο), ο Τζουάνες Μαργαρώνης έφτιαξε μερικές από τις μεγάλες κανδήλες και την ασημένια επένδυση της γνωστής λιτανευτικής εικόνας του Αγίου Χαραλάμπη και ο αγιογράφος Νικόλαος Καλέργης στόλισε με πάρα πολλά έργα του, σχεδόν όλη την εικονογραφία του τέμπλου.
Την υπογραφή του φέρουν οι δεσποτικές εικόνες του Χριστού Μέγα Αρχιερέα και της Παναγίας βρεφοκρατούσας με χρονολογία ΑΨΜΓ [1743], καθώς και η εικόνα του Δωδεκαόρτου που αναπαριστά τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου με χρονολογία ΑΨΛΣΤ [1736]. Στον Νικόλαο Καλέργη θα πρέπει να αποδοθεί και το υπόλοιπο Δωδεκάορτο και οι θύρες του τέμπλου που αναπαριστούν τον Χριστό ελκόμενο και Αγγέλους με τα σύμβολα του πάθους.
Προσφάτως, πραγματοποιήθηκε η συντήρηση της λιτανευτικής εικόνας του Αγίου Χαραλάμπη στο εργαστήριο συντήρησης της Μητροπόλεως Ζακύνθου στη Μονή του Αγίου Διονυσίου, το περιεχόμενο της οποίας από το 1757 που τοποθετήθηκε η ασημένια επένδυση και εντεύθεν, μόνον εικασίες δημιουργούσε για το τι απεικόνιζε. Η ευτυχία όλων ήταν μεγάλη όταν αποκαλύφθηκε ότι και αυτή η εικόνα ήταν έργο ενυπόγραφο του Νικολάου Καλέργη « ΧΕΙΡ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΚΑΛΕΡΓΗ ΑΨΛΒ΄ [1732] », που την καθιστά το πρώτο χρονολογικά γνωστό έργο που ο καλλιτέχνης έφτιαξε για το ναό. Οι παρόμοιες διαστάσεις που έχει με τις άλλες δεσποτικές εικόνες, μας κάνει να υποθέσουμε ότι μέχρι το 1828 που φτιάχτηκε η σημερινή δεσποτική εικόνα του Αγίου Χαραλάμπη από τον Δημήτριο Νομικό βρισκόταν στο τέμπλο και την ημέρα της εορτής την τοποθετούσαν σε ξύλινη επιχρυσωμένη καθέδρα και την λιτάνευαν, όπως απεικονίζεται στην ελαιγραφία με τη λιτανεία του ιερού λείψανου του Αγίου Χαραλάμπη, έργο του Ιωάννη Κοράη του έτους 1756. Ανυπολόγιστης όμως ιστορικής και καλλιτεχνικής αξίας καθιστά την εικόνα του Καλέργη η απεικόνιση της πόλης της Ζακύνθου την εποχή εκείνη. Συγκρινόμενη με άλλες ζωγραφικές αναπαραστάσεις της περιόδου του 18ου αι. και ανάλογα πάντα με τον περιορισμένο χώρο της ξύλινης επιφάνειας που διαθέτει ο αγιογράφος, η ανάπτυξη της πόλης δε στηρίζεται σε φανταστικά στοιχεία, αλλά ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Ο Άγιος Χαραλάμπης γονυπετής δέεται προς τον Ιησού Χριστό να επέμβει και να κατακεραυνώσει, να εξαφανίσει το θανατικό που προκαλεί η νόσος της πανώλης. Αυτή παριστάνεται ως ανθρώπινη ημίγυμνη γυναικεία μορφή, με μακριά ανεμίζοντα μαλλιά, ενώ στα χέρια κρατούσε δρεπάνι που έχει εκπέσει, προσωποποιώντας και δραματοποιώντας με αυτόν τον τρόπο ο αγιογράφος τη θανατηφόρο νόσο, η οποία θέριζε τις ζωές των θνητών ανθρώπων. Στην αριστερή άνω γωνία ο Ιησούς κρατώντας το σύμβολο της νίκης και της αθανασίας, τον σταυρό, μέσα σε δόξα και περιστοιχισμένος από αγγέλους, κατακεραυνώνει την αρρώστια ευλογώντας τον μάρτυρά του και διά αυτού όλη την πόλη της Ζακύνθου, κάνοντας έτσι αποδεκτή τη μεσιτεία του.
Στη μέση σχεδόν της εικόνας στη δεξιά πλευρά υπάρχει στο χρυσό στιλβωτό φόντο η επιγραφή « ΧΡΙΣΤΟΥ ΛΙΤΑΙΣ ΣΑΙΣ ΛΟΙΜΟΝ/ ΕΜΦ(Δ)?ΕΞΑΜΕΝΟΥ, ΝΑΩ ΤΙΜΑ ΣΕ/ Η ΔΕ ΡΥΣΘΕΙΣΑ/ ΠΟΛΙΣ» και από κάτω απεικονίζεται η νεόκτιστη εκκλησία του Αγίου Χαραλάμπη δίπλα στο ποτάμι. Ο ναός δε διαφέρει από τη σημερινή του μορφή. Μόνη διαφορά τα δύο σε σχήμα οβάλ παράθυρα του βόρειου τοίχου (σε καμία άλλη μέχρι τώρα γνωστή απεικόνιση του κτιρίου δεν υπάρχουν) και ένα άλλο μικρό στην ίδια πλευρά, προς το μέρος του γυναικωνίτη. Τα παράθυρα αυτά ήταν αναγκαία μιας και ο ναός ήταν ψηλότερος εξαιτίας του γυναικωνίτη. Ήταν υπερυψωμένος με αύλειο χώρο και ολόγυρα κλεισμένος με μουράγιο. Είχε κεντρική είσοδο με σκαλοπάτια από τη βόρεια πλευρά που κοιτά στο ποτάμι, ενώ στη νοτιοδυτική μεριά διακρίνεται το κελί του ιερέα και στην ανατολή πίσω από το ιερό, υπήρχε κήπος. Το γνωστό πλακοειδές καμπαναριό δεν υφίσταται μιας και δεν είχε κτιστεί ακόμα. Οι δύο μικρές καμπάνες βρίσκονταν αναρτημένες στη βορειοδυτική πλευρά σε πρόχειρη ξύλινη κατασκευή. Μας ξαφνιάζει ευχάριστα η φυσιοκρατική απεικόνιση του χωρίς γένια μαυροφορεμένου νέου (πιθανώς αναγνώστη) να χτυπά τις καμπάνες και των λοιπών ανθρώπινων μορφών μπροστά από το ναό σε σκηνές της καθημερινότητας. Σαν να αποτύπωσε με το χρωστήρα του ο ζωγράφος ένα πρωινό έξω από το ναό, με τους χωρικούς να κουβαλούν τα εργαλεία της εργασίας τους και δεμάτια με ξύλα, με ένα σκύλο να συντροφεύει το αφεντικό του και με τους ευγενείς να συνομιλούν πεζοί ή πάνω στο άλογο, μέχρι και τους δυο ανεμόμυλους που βρίσκονταν στην εκβολή του ποταμού κοντά στην πεντακάμαρη γέφυρα της Επισκοπιανής.Μπροστά από αυτήν την όμορφη απεικόνιση του ναού και κάτω από τη μορφή του Αγίου Χαραλάμπη σε πρώτο πλάνο, απλωμένη σε όλη την κάτω πλευρά της εικόνας, απεικονίζεται όλη η τότε πόλη της Ζακύνθου, έτσι όπως κάποιος θα μπορούσε να τη δει καθώς ερχόταν από τη θάλασσα. Το Κάστρο μεγαλόπρεπα με τα νεόκτιστα τείχη του δεσπόζει στην κορυφή του λόφου. Διακρίνεται στη νοτιοανατολική πλευρά το κυκλικό οχύρωμα San Marco με την κόκκινη σημαία και το χρυσαφένιο λιοντάρι του Αγίου Μάρκου, σύμβολο της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας των Βενετών κατακτητών εκείνης της εποχής. Στη συνεχεία το οχύρωμα Bembo με την πανέμορφη πύλη στην οποία κατέληγε δρόμος που συνέδεε την πολιτεία του Κάστρου με αυτήν του Αιγιαλού. Διαβάζει κανείς ακόμη και σήμερα πάνω από την χτισμένη είσοδο τη λατινική επιγραφή με χρονολογία 1646. Ένας ολόκληρος κόσμος, για εκατό περίπου χρόνια όσο υπήρξε ανοιχτή η πύλη με τα τρία ανοίγματά της και μέχρι να καταστραφεί ο δρόμος που οδηγούσε σε αυτήν από σεισμό το 1738, περιδιάβαινε τη μεγάλη πόρτα για να εισέλθει στον τριγωνικό περίβολο. Μετά μέσω μιας άλλης μικρότερης θολωτής εισόδου, αφού περνούσε από το οικοδόμημα όπου βρισκόταν η καμπάνα ή ρολόι του Κάστρου, που αρχικά σήμαινε την έναρξη των συνεδριάσεων του Συμβουλίου της Κοινότητας και αργότερα χρησιμοποιήθηκε ως δημόσιο ρολόι μέχρι το 1844 όπου και καταργήθηκε, βρισκόταν στην καρδιά της δημόσιας ζωής της καστροπολιτείας. Μπροστά του ξανοίγονταν οι στρατώνες, οι πυριτιδαποθήκες, το παλάτσο του Πρεβεδούρου, όπου συνεδρίαζε το Συμβούλιο της Κοινότητας και πιο κάτω όπως οδηγούσε ο κεντρικός δρόμος ξεκινούσαν οι σκοντράδες (συνοικίες) του Κάστρου με τις ονομαστές τους εκκλησίες… Άγιος Φραγκίσκος, Σωτήρας, Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, Χρυσοπηγή, Αγία Βαρβάρα, Άγιος Νικήτας, Υπεραγία Θεοτόκος η Λαουρένταινα, Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος και τόσες άλλες.
Στην εικόνα ευδιάκριτα φαίνεται το με κωνοειδή οξυκόρυφη στέγη κτίριο που βρισκόταν η καμπάνα και κάποια από τα παραπλήσια δημόσια κτίρια που προαναφέραμε. Στη βορειοανατολική άκρη του Κάστρου διακρίνεται ο γνωστός σε όλους προμαχώνας Grimani, όπου τα νεότερα χρόνια βρισκόταν το σινιάλο ή τηλέγραφος. Δίπλα από τα τείχη του Κάστρου, στην απόληξη της στράτας Γκιουστινιάνα ή της «Κοντής» όπως ονομαζόταν στα νεώτερα χρόνια, επειδή ήταν ο πιο σύντομος δρόμος για το Κάστρο, είναι ζωγραφισμένη η πέτρινη πύλη με τη σιδερένια πόρτα της και έναν μικρό οικίσκο, πιθανότατα φυλάκιο και από πίσω κατά μήκος όλης της κορυφογραμμής οι περίφημοι ανεμόμυλοι του συνοικισμού Μπόχαλη.
Στην παραλιακή ζώνη διακρίνονται τα κτίρια κάποιων εκκλησιών να συνορεύουν με τη θάλασσα. Ο πρώτος ναός προς τη Φανερωμένη πιθανόν να είναι αυτός του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου των Λογοθετών. Χτισμένος από την ομώνυμη αρχοντική οικογένεια στα τέλη του 15ου αι., ξαναχτίστηκε το 1606 και διακοσμήθηκε με τοιχογραφίες των αδελφών Γεωργίου και Δημητρίου Μόσχου. Δυστυχώς, αποτεφρώθηκε και εξαφανίστηκε με τους σεισμούς του 1953. Πιο πάνω σε ένα μεγάλο πλάτωμα στην έξοδο της πόλης βρίσκεται ένας άλλος ναός με απλό καμπαναριό. Πρέπει να είναι αυτός του Αγίου Παύλου, η ύπαρξη του οποίου αναφέρεται από το 1577. Το τριγωνικό πλάτωμα του Αγίου Παύλου ήταν η απόληξη της Πλατείας Ρούγας και ακόμη και σήμερα, ιδιαίτερα όμως προσεισμικά, αποτέλεσε το κέντρο του εμπορίου της οξωμερίας, όπου στάθμευαν οι χωρικοί και άφηναν την πραμάτεια τους. Πιο ψηλά προς τη μεριά του Κάστρου, στο λοφίσκο του Μαρκέκου ή στον Πετροπόλεμο, απεικονίζεται άλλη μια εκκλησία περιτειχισμένη με απλό καμπαναριό. Είναι ο ναός του Προφήτη Ηλία χτισμένος από το 1683, ενώ ο ναΐσκος ακριβώς απέναντι προς την ενδοχώρα του νησιού πάνω σε ύψωμα πρέπει να είναι της Αγίας Μαρίνας του Κουλουρά ή στα Καμίνια, μνημονευόμενος ήδη από τον 17ο αι. .
Στη συνεχεία της παραλίας μετά τον Άγιο Ιωάννη των Λογοθετών διακρίνεται ο ναός του Αγίου Λουκά και στο κέντρο της πόλης στην πλευρά της θάλασσας το εκκλησιαστικό οικοδόμημα που απεικονίζεται, είναι των Αγίων Σαράντα. Η ιστορία αυτού του ναού είναι παρόμοια με του Αγίου Χαραλάμπη. Αρχικά έγινε ξύλινος το 1646 και αργότερα με την οικονομική αρωγή των κατοίκων της πόλης και ιδιαίτερα της συνοικίας εκείνης, χτίστηκε πέτρινος σε οικόπεδο που παραχώρησε ο ευγενής Μπατίστας Μοτσενίγος. Αιτία, υπήρξε η επιδημία πανούκλας, η οποία το 1646 αφάνιζε τον πληθυσμό. Στο ναό αυτόν, που κάηκε και εξαφανίστηκε με τους σεισμούς του 1953, οι Κρήτες πρόσφυγες του 1669 αφιέρωσαν παρά πολλά ιερά κειμήλια που έφεραν μαζί τους. Δίπλα από την εκκλησία απεικονίζονται ένα αρχοντικό με τυφλή τοξοστοιχία στον δεύτερο όροφο, ένα μεγάλο πλάτωμα και στην απέναντι πλευρά ένα μακρόστενο διώροφο κτίριο (πιθανόν αποθήκες του αρχοντικού) χτισμένο πάνω σε επιχωματώσεις να προεξέχει έντονα από την ακτογραμμή. Ο αγιογράφος την παραλιακή αυτή ζώνη, που αναφέρεται με τις ονομασίες «ατελολιμένειον» ή «πόρτο Φράνκο», μέχρι το λιμάνι στον Άγιο Νικόλαο του Μόλου, δεν την αναπαριστά ζωγραφικά σε όλη της την έκταση, πιθανόν εξαιτίας του περιορισμένου χώρου που είχε, μιας και έπρεπε να τονίσει την αρχή της πόλης από τη Φανερωμένη μέχρι τη συνοικία περίπου της Αγίας Τριάδας, δηλαδή το εμπορικό και οικονομικό κέντρο. Σε άλλες ζωγραφικές απεικονίσεις της ίδιας περιόδου ο χώρος αυτός που οριζόταν από τα προεξέχοντα προς τη θάλασσα αρχοντικά του Καπνίση, που προαναφέραμε, με τις κάνεβες, τα σκουέρα και τους πολλούς ναούς, έως την οικία του Σέρρα και ο οποίος έκανε ένα εσωτερικό κοίλο, ήταν γεμάτος με αρχοντικά και ιδιωτικούς μόλους και λειτουργούσε σα δεύτερο λιμάνι, όπου φορτώνονταν και ξεφορτώνονταν τα εμπορεύματα στις μεγάλες αποθήκες που υπήρχαν εκεί, κάτι που διατηρήθηκε στην περιοχή μέχρι τις ημέρες μας.
Κοντά στο παλιό λιμάνι, στη σημερινή πλατειά Σολωμού διακρίνεται ένα ημιυπαίθριο κτίσμα με ξύλινο υπόστεγο. Πρόκειται για το αρσενάλε, το ναυπηγείο δηλαδή, όπου εναπόθεταν σχοινιά, τους κιλλίβαντες των πυροβόλων, τους ιστούς, τις άγκυρες, και διατελούσε υπό την επίβλεψη του λιμενάρχη, ο οποίος είχε τη φροντίδα της σωστής αγκυροβολίας των πλοίων και το άναμμα του φανού στο καμπαναριό του Αγίου Νικολάου. Ακριβώς δίπλα από τη μάνδρα του υπόστεγου το μικρό κτίσμα που διακρίνεται πρέπει να είναι η Παναγία του Τουρουφλή ή στο αρσενάλε, κτισμένη το 1661 και στολισμένη με έργα του Νικολάου Καλέργη, που βρίσκονται σήμερα στο Βυζ. και Μεταβυζαντινό Μουσείο Ζακύνθου. Από την άλλη πλευρά προβάλλει ένα τριώροφο αρχοντικό με δύο καμάρες, πιθανόν το αρχοντικό της οικογένειας Βαλσάμου, εκεί όπου σήμερα είναι το ξενοδοχείο «Φοίνιξ», ενώ δίπλα και από πίσω διακρίνονται και άλλα αρχοντόσπιτα.
Από την άκρη αυτού του επιβλητικού για την εποχή του κτιρίου, ξεκινά η περίφημη ρεστελάτα που κατέληγε στα οικήματα όπου στέγαζαν το υγειονομικό και το τελωνείο, δίπλα στο ναό του Αγίου Νικολάου του Μόλου. Τη ρεστελάτα αποτελούσαν δύο επιμήκεις στοές σε σχήμα γάμα και μπροστά τους προς τη θάλασσα είχαν λότζα (υπόστεγο). Στους χώρους αυτούς εισάγονταν όσοι έρχονταν με τα πλοία για υγειονομικό έλεγχο, επίσης φιλοξενούσαν στρατιωτικές μονάδες και καταστήματα. Όπως και σήμερα με τις εισόδους των λιμανιών, έτσι και τότε ο χώρος αυτός υπήρξε ζωτικός και ο πιο θορυβώδης της Ζακύνθου, μιας και αποτελούσε την πύλη εισόδου και εξόδου από το νησί. Μετά τους απαραίτητους έλεγχους ο ταξιδιώτης βρισκόταν ακριβώς στο κέντρο της νέας πόλης, που είχε αναπτυχθεί γύρω από το λιμάνι.
Δίπλα από τη ρεστελάτα, βρίσκονται τα κτίρια του τελωνείου (Ντουάνα) και του υγειονομείου (σανιτά), που άνηκαν στο ναό του Αγίου Νικολάου του Μόλου, ο οποίος διακρίνεται με το πυργωτό του καμπαναριό, πάνω στο οποίο λειτουργούσε φανάρι για τους ναυτιλλομένους.Από τον Άγιο Νικόλαο ξεκινούσε ο Στενόφορος για να συναντήσει την εκκλησία των Αγίων Πάντων με το επίσης πυργωτό κωδωνοστάσιο που άρχισε να κτίζεται το 1695 και στην εικόνα μας του 1732 φαίνεται τελειωμένο Κι αυτός ο ναός οικοδομήθηκε με αιτία την πανούκλα το 1617. Δίπλα, μεταξύ ναού και κωδωνοστασίου βρισκόταν όπως πάντοτε, μέχρι τους σεισμούς του 1953 που αφάνισαν την εκκλησία, το κελί του εφημερίου.
Με αυτήν την εικόνα του Αγίου Χαραλάμπη, η οποία ξεφεύγει από τα συνηθισμένα πρότυπα των δεσποτικών εικόνων, ο αγιογράφος Νικόλαος Καλέργης διακατεχόμενος από τα αισθήματα ευγνωμοσύνης όλου του ζακυνθινού λαού προς τον μεσιτεύοντα άγιο, αποτύπωσε με το χρωστήρα του όλην τη Ζάκυνθο έτσι όπως ένα πρωί του 1732 θα μπορούσε κάποιος να τη ζήσει. Με ένα λιμάνι να σφύζει από κίνηση, με τους χωρικούς να πηγαίνουν στις εργασίες τους, με τους ευγενείς να απολαμβάνουν τους περιπάτους τους, με τις εκκλησίες σημαιοστολισμένες, με την τοιχισμένη πολιτεία του Κάστρου να δεσπόζει πάνω στη νέα πόλη και με τη βενετσιάνικη παντιέρα να κυματίζει. Όλοι κατακτητές και αρχόμενοι, πλούσιοι και φτωχοί, έμψυχος και άψυχος φύση όλοι υποβάλλουν τα σέβη τους προς τον ιερομάρτυρα Χαράλαμπο.
[Αποσπάσματα από : π. Διον. Λυκογιάννης, εφημερίδα Ερμής, αρ.φ. 2857 και 2858, σσ. 17 και 15, Ζάκυνθος, 04/2/2008 και 05/2/2008]

8 σχόλια:

don basilio είπε...

Εύγες και που τα ξεσκέπαζε και που τα καθάριζε και που τα μελέταγε και που τα δημοσίευε. Θα τα ματασκεπάσει άραγε, ή το ποκάμισο που αιώνες τώρα είχε ταυτιστεί με το Κόνισμα του Χολεροφόντη αγίου, θα πάρει όπως τόσα και τόσα την άγουσα για το ιερό; Αναρωτιέμαι ...

p.lykogiannis είπε...

Η ΑΣΗΜΕΝΙΑ ΕΠΕΝΔΥΣΗ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΑΝΑΠΟΣΠΑΣΤΟ ΣΥΝΟΛΟ ΤΗΣ ΚΑΘΕΔΡΑΣ, ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΑΡΓΥΡΩΜΕΝΗ ΚΟΡΝΙΖΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΣΗΜΕΝΙΑ ΕΠΙΣΤΕΨΗ.ΕΙΜΑΙ ΤΗΣ ΑΠΟΨΗΣ ΟΤΙ ΤΟ ΑΣΗΜΙ ΣΤΟΛΙΖΕΙ ΚΑΙ ΔΙΝΕΙ ΜΕΓΑΛΟΠΡΕΠΕΙΑ ΣΕ ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ,ΠΟΣΟ ΜΑΛΛΟΝ ΕΔΩ ΟΠΟΥ ΣΠΑΝΙΑ ΣΥΝΑΝΤΑΣ ΣΤΗ ΖΑΚΥΝΘΟ ΤΕΤΟΙΑ ΣΥΝΟΛΑ ΚΑΙΙΔΙΩΣ ΤΟΣΟ ΠΑΛΑΙΑ ΟΠΩΣ ΑΥΤΟ.ΕΥΤΥΧΩΣ Η ΓΝΩΜΗ ΜΟΥ ΣΥΝΕΠΕΣΕ ΚΑΙ ΜΕ ΤΟΥ ΕΦΗΜΕΡΙΟΥ ΚΑΙ ΣΕ ΕΝΗΜΕΡΩΝΩ ΨΥΧΗ ΜΟΥ ΟΤΙ ΗΔΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟΠΟΘΕΤΗΜΕΝΗ Η ΕΠΕΝΔΥΣΗ ΣΤΗ ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΚΑΙ Η ΕΙΚΟΝΑ ΕΝΑΙ ΕΤΟΙΜΗ ΓΙΑ ΤΗ ΛΙΤΑΝΕΙΑΣ ΤΗΣ ΟΠΩΣ ΤΟΣΟΥΣ ΑΙΩΝΕΣ ΓΙΝΕΤΑΙ

don basilio είπε...

Να είσαστε καλά και οι δύο αφεντάδες λοιπόν και με το καλό το πρετσισίο. Αγκαλά, και τόσους αιώνες γενότουνα όχι με τα κρύα του Φλεβάρη και τση χάρης του, αλλά στην επαίτιο του θάγματος. Το λέει και η σουατζάδα άδεια του Σενάτου. Προσκυνώ και βοήθειά μας!

don basilio είπε...

Διαβάζοντας καλύτερα το διαφωτιστικό σου άρθρο, αφέντη παπά, ξαναπέτυχα τους Βενετσιάνους ως 'κατακτητές'. Από πού και ως πού; Οι Βενετσιάνοι το Τζάντε το κατέλαβαν με πρόσκληση των όσων είχαν απομείνει κατοίκων, για να μην το πάρουν οι Τούρκοι. Και πλήρωνε η Σερενίσιμα και φόρο του Τούρκου, αν δεν απατώμαι μέχρι το Πασάροβιτς. Και όσοι εγκαταστάθηκαν μετά το 1485 ήρθαν οικία βουλήσει σε εδάφη βενετσιάνικα. Μην αναπαράγουμε γλώσσα που δεν ανήκει στην ιστορική πορεία μας, αλλά μεταπηδάει από άλλες πραγματικότητες.
Πρβλ. και "Ο El Greco και η «Βενετοκρατία»" της Αναστασίας Στουραϊτη στο ΤΟ ΒΗΜΑ, 2 Δεκ 2007

p.lykogiannis είπε...

Η ΛΕΞΗ ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΡΜΗΝΕΥΘΕΙ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΤΕΙ ΠΟΙΚΙΛΟΤΡΟΠΟΣ.ΔΕ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΤΗΣΗ.ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΕΣΥ ΟΜΙΛΕΙΣ ΜΕ ΙΔΙΩΜΑΤΙΣΜΟΥΣ ΤΟΥ ΒΕΝΕΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ, ΑΝ ΔΕ ΘΕΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΤΑΚΤΗΤΗ.Η ΕΝΝΟΙΑ ΚΤΗΣΗ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΑ ΑΡΝΗΤΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ Η ΥΠΟΔΗΛΩΝΕΙ ΠΡΑΞΗ ΒΙΑΣ.ΕΣΥ ΞΕΡΕΙΣ ΠΟΛΥ ΚΑΛΑ ΟΤΙ Η ΖΑΚΥΝΘΟΣ ΚΑΤΑΚΤΗΘΗΚΕ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΠΟ ΤΗ ΛΙΜΝΟΘΑΛΑΣΣΑ ΚΑΤΙ ΠΟΥ ΜΑΣ ΕΚΑΝΕ ΝΑ ΕΠΙΔΕΙΞΟΥΜΕ ΜΙΑ ΤΟΠΙΚΗ ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΣΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΚΦΑΝΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΖΩΗΣ,ΥΣΤΕΡΑ ΑΠΟ ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ ΚΑΠΟΙΩΝ ΑΙΩΝΩΝ.ΣΗΜΕΡΑ ΟΜΩΣ ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ?ΕΧΟΥΜΕ ΑΠΟΗΧΟΥΣ ΤΟΥΣ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ, ΕΝΑΝ ΜΠΟΛΙΑΣΜΕΝΟ ΤΡΟΠΟ ΣΚΕΨΗΣ ΠΟΥ ΑΚΟΜΑ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙ ΝΑ ΑΥΤΟΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΘΕΙ.

don basilio είπε...

Χωρίς να διαφωνώ απόλυτα και πάλι δεν μπορώ να συμφωνήσω. Οι 'ιδιωματισμοί' που λες, είναι η γλώσσα του νόνου και της νόνας μου και εκείνοι ακολουθούσαν όσους ονόμαζαν παλαιοί. Ούτε συμφωνώ για πολιτιστική κατάκτηση -που σηκώνει πολλούς κώκους άλατος η κουβέντα τι είναι πολιτιστική κατάκτηση και αν έχει βρεθεί ποτέ. Μην ξεχνάμε ότι οι Ζακυθινοί δεν είχαν αποκλειστικά ανατολική καταγωγή, αλλά και δυτική. Και δεν αναφέρομαι μόνο στους αφεντάδες. Κυρίως όμως, η ένστασή μου είναι ότι για τον μέσο αναγνώστη του ΕΡΜΗ ο όρος 'κατακτητές' σε ένα πλαίσιο (context) μπορεί να παραπέμπει. Η κτήση, ναι, δεν περιέχει πράξεις βίας, η κατάκτηση όμως, πάντα. Γι' αυτό και άλλο κατάκτηση και άλλο προσάρτηση, άλλο Βενετοκρατία και άλλο Βενετική κυριαρχία.

p.lykogiannis είπε...

ΕΠΕΤΡΕΨΕ ΜΟΥ ΝΑ ΔΙΑΦΩΝΗΣΩ ΚΙ ΕΓΩ ΜΕ ΚΑΠΟΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ.Ο ΝΟΝΟΣ ΜΟΥ ΚΑΙ Η ΝΟΝΑ ΜΟΥ ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΖΑΚΥΝΘΙΝΟΙ ΚΑΙ ΜΑΛΙΣΤΑ ΧΩΡΙΣ ΚΑΠΟΙΑ ΜΟΡΦΩΣΗ,ΠΟΥ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΟΤΙ ΣΤΟΝ ΚΑΜΠΟ ΠΟΥ ΖΟΥΣΑΝ ΖΟΥΝ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΕΠΗΡΕΑΣΤΕΙ ΑΠΟ ΛΟΓΙΟΤΗΤΕΣ Η ΞΕΝΟΦΕΡΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΔΕΝ ΧΡΗΣΗΜΟΠΟΙΟΥΣΑΝ-ΟΥΝ ΤΕΤΟΙΟ ΙΔΙΩΜΑ ΟΠΩΣ ΕΣΥ ΣΠΕΤΑΜΠΙΛΕ ΜΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΕ.ΕΧΟΥΝ ΣΤΟ ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ ΤΟΥΣ ΚΑΠΟΙΕΣ ΙΤΑΛΙΚΕΣ ΛΕΞΕΙΣ ΑΛΛΑ ΟΧΙ ΤΟΣΕΣ ΟΣΟ ΕΣΥ ΠΟΥ ΕΧΕΙΣ ΑΠΟΚΤΗΣΕΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΣΟΥ ΚΑΙ ΤΗΝ ΛΑΤΡΕΙΑ ΣΟΥ ΓΙΑ ΜΙΑ ΠΑΛΙΑ ΠΕΡΙΟΔΟ, ΓΙΑ ΜΙΑ ΖΑΚΥΝΘΟ ΠΟΥ ΕΙΤΕ ΤΟ ΘΕΛΟΥΜΕ ΕΙΤΕ ΟΧΙ ΤΕΛΕΙΩΣΕ ΑΠΟ ΚΑΙΡΟ.ΑΠΟΔΕΙΞΗ, ΠΗΓΑΙΝΕ ΝΑ ΜΙΛΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ ΣΤΟΥΣ ΖΑΚΥΝΘΙΝΟΥΣ ΕΤΣΙ, ΝΑ ΜΟΥ ΠΕΙΣ ΑΝ ΘΑ ΣΕ ΚΑΤΑΛΑΒΟΥΝ,ΜΑΛΛΟΝ ΓΙΑ ΓΡΑΦΙΚΟ ΥΑ ΣΕ ΠΕΡΑΣΟΥΝ.ΟΣΟΝ ΑΝΑΦΟΡΑ ΒΕΝΕΤΟΚΡΑΤΙΑ Η ΒΕΝΕΤΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΧΩΡΕΙ ΠΟΛΥ ΚΟΥΒΕΝΤΑ ΠΟΥ ΔΕ ΝΟΜΙΖΩ ΟΤΙ ΑΠΟ ΔΩ ΒΓΑΖΕΙΣ ΑΚΡΗ.ΚΑΙ ΝΑΙ ΜΕΝ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΟΛΟΙ ΟΙ ΖΑΚΥΝΘΙΝΟΙ ΑΝΑΤΟΛΙΤΕΣ ΚΑΤΑ ΠΕΡΙΟΔΟΥΣ ΟΜΩΣ Η ΠΛΕΙΟΝΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΑΝΑΝΕΩΝΟΤΑΝ ΑΠΟ ΑΝΑΤΟΛΑΣ ΓΙΑ ΑΥΤΟ ΚΑΙ ΔΕΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΑΝ ΕΝΑ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ ΤΟΥ ΒΕΝΕΤΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΑΛΛΑ ΚΑΤΙ ΑΛΛΟ, ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΖΕΤΑΙ ΩΣ ΖΑΚΥΝΘΙΝΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ,ΠΟΥ ΚΑΙ ΓΙΑ ΑΥΤΟ ΧΩΡΕΙ ΠΟΛΥ ΚΟΥΒΕΝΤΑ.

don basilio είπε...

Ως προς τη ντοπιολαλιά παραδέχουμαι μεν ότι το λεξιλόγιό μου έχει εμπλουτιστεί από τα διαβάσματά μου, αλλά και από κουβέντες του χωραϊτικου gota τση Μέσα Μερίας (Πρβλ. Εις το Φόρο σινιορία, στον Πλατύφορο σιορία, τσ' Άη Σαράντες λένε γειά σου και στον Άμμο γειά χαρά σου) και ότι μόνο παλαιοί ζακυθινοί το καταλαβαίνουν. Ως προς το ζακυθινό πολιτισμό με τις παραλλαγές του δεν ισχυρίστηκε κανείς ότι είναι ρέπλικα του βενετσιάνικου. Ούτε καν ο πολιτισμός του Μυστρά δεν είναι ρέπλικα της Πόλης, ακόμα και εκεί που επιδιώκει να την μιμηθεί. Ως προς την βενετική κυριαρχία, νομίζω ότι είναι πιο απλό. Άλλωστε τα αιτήματα της νέας ιστορίας και της μεθοδολογίας της είναι γενικώς εφαρμόσιμα. Ούτε καν οι Τούρκοι δεν ήταν τόσο κακοί όσο θέλει η παραδοσιακή ιστοριαγραφία. Απόδειξη η στάση των Μωραϊτών κατά το διάστημα του 1685-1715. Να μην ξεχνάμε και πότε η "αδούλωτη" Μάνη απέκτησε δικό της Μπέη ...